εβδομηνταριά

εβδομηνταριά
η (Μ ἑβδομηνταριά)
σχεδὸν εβδομήντα («καμιά εβδομηνταριά» — περίπου εβδομήντα).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • εβδομηνταριά — η (σχεδόν πάντοτε με τις λλ. μια, καμιά), σύνολο 70 μονάδων: Ήταν εκεί καμιά εβδομηνταριά άνθρωποι …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • εβδομηκοντάδα — η (AM ἑβδομηκοντάς) σύνολο εβδομήντα μονάδων, εβδομηνταριά …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”